Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

η εθνοποίηση

См. также в других словарях:

  • εθνοποίηση — η εθνικοποίηση. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. εθνοποίησις μαρτυρείται από το 1822 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • εθνοποίηση — η βλ. εθνικοποίηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εθνικοποίηση — εθνικοποίηση, η και εθνοποίηση, η 1. το να γίνεται κάτι εθνικό (κρατικό), δηλ. κτήμα του κράτους, η κρατικοποίηση. 2. η μεταβίβαση στο κράτος ή σε συλλογικά όργανά του της ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης ορισμένων μέσων παραγωγής, που ανήκουν σε… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»